Νιούκαστλ

Νιούκαστλ
(Newcastle-upon-Tyne ή Newcastle-on-Tyne). Πόλη (185.700 κάτ. το 2003) της Μεγάλης Βρετανίας στη βορειοανατολική Αγγλία, πρωτεύουσα της κομητείας Νορθάμπερλαντ. Βρίσκεται στον ποταμό Τάιν, που είναι πλωτός έως τις εκβολές του, επί 12 χλμ., και σε μια από τις κύριες συγκοινωνιακές αρτηρίες μεταξύ Αγγλίας και Σκοτίας. Η πόλη ιδρύθηκε από τους Ρωμαίους με το όνομα Pons Aelii και τον Μεσαίωνα υπήρξε αρχικά μοναστικό κέντρο, γνωστό με την ονομασία Μόνκτσεστερ. Καταστράφηκε το 1066 από τους Νορμανδούς και επανιδρύθηκε γύρω από τον πύργο που ανέγειραν οι τελευταίοι αυτοί παίρνοντας τη σημερινή ονομασία της, που σημαίνει ακριβώς «Νέος πύργος επί του Τάιν». Το εμπόριο της άνθησε χάρη στο λιμάνι της, στους επόμενους αιώνες, ιδιαίτερα τον 17o αι., εξαιτίας της αυξημένης εξαγωγής, στο Λονδίνο, γαιανθράκων από τα κοιτάσματα του Νορθάμπερλαντ και του Ντάραμ. Η μεγάλη ανάπτυξη της πόλης οφειλόταν όμως κυρίως στην προοδευτική εγκατάσταση πολυάριθμων βιομηχανιών, έτσι ώστε, παράλληλα με τις πατροπαράδοτες βιομηχανίες (μεταλλουργίας και ειδών ναυτιλίας), προστέθηκαν η χαλυβουργία, η μεταλλομηχανουργία, και οι βιομηχανίες χημικών προϊόντων, αλευροποιίας και υαλουργίας. Η πόλη δεν παρουσιάζει ιδιαίτερο καλλιτεχνικό ενδιαφέρον, αλλά παρ’ όλα αυτά αξίζουν να αναφερθούν τα ερείπια του πύργου, ο καθεδρικός ναός του Αγίου Νικολάου (14ος αι.) και ο ναός του Αγίου Ανδρέα (12ος-15ος αι.). Το Ν. είναι η καρδιά ενός συγκροτήματος προαστίων, που επίσημα ονομάζεται Ταϊνσάιντ (234 τ. χλμ., 804.402 κάτ.), και εκτείνεται κατά μήκος του κάτω ρου του Τάιν, είτε επάνω είτε κάτω από την πόλη· διοικητικά ένα μέρος του περιλαμβάνεται στην κομητεία του Νορθάμπερλαντ και το άλλο στην όμορό του Ντάραμ. Κυριότερα προάστια είναι η Φέλινγκ, η Γκέιτσχεντ, η Γκόσφορθ, η Χέμπερν, η Τζάροου, η Λόνγκμπεντον, η Νιούμπερν, η Σάουθ Σίλντς και η Χουίτλι Μπέι. Άποψη του ποταμού Τάιν, που διαρρέει τη βρετανική πόλη Νιούκασλ-απόν-Τάιν, αξιόλογο οδικό και σιδηροδρομικό κόμβο με τη Σκοτία και κέντρο εξαγωγής γαιανθράκων.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • Σκοτιά — (Scotland). Περιοχή των Βρετανικών Νησιών, που περιλαμβάνει το βόρειο τμήμα του νησιού της Μεγάλης Βρετανίας και τα αρχιπελάγη των Σέτλαντ, των Ορκάδων των εξωτερικών και εσωτερικών Εβρίδων και άλλα μικρότερα. Η Σ., παλιότερη γραφή Σκωτία ,… …   Dictionary of Greek

  • σκοτία — (Scotland). Περιοχή των Βρετανικών Νησιών, που περιλαμβάνει το βόρειο τμήμα του νησιού της Μεγάλης Βρετανίας και τα αρχιπελάγη των Σέτλαντ, των Ορκάδων των εξωτερικών και εσωτερικών Εβρίδων και άλλα μικρότερα. Η Σ., παλιότερη γραφή Σκωτία ,… …   Dictionary of Greek

  • Άντισον, Τόμας — (Thomas Addison, Λονγκμπέντον, Νιούκαστλ 1793 – Μπράιτον 1860). Άγγλος γιατρός. Διδάκτορας της ιατρικής, συνέβαλε σημαντικά με τις εργασίες του στην πρόοδο της ενδοκρινολογίας. Το 1855 κατόρθωσε να εντοπίσει στη βλάβη του φλοιού των επινεφριδίων… …   Dictionary of Greek

  • Αυστραλία — Κράτος της Ωκεανίας, ανάμεσα στον Ινδικό και τον Ειρηνικό ωκεανό, που περιλαμβάνει την ομώνυμη μεγάλη νήσο του νότιου Ειρηνικού (λόγω του μεγέθους θεωρείται ηπειρωτικό έδαφος), την Τασμανία και άλλα νησιά.Κράτος της Ωκεανίας, ανάμεσα στον Ινδικό… …   Dictionary of Greek

  • Γκρίνβιλ — (Greenville).Ονομασία πόλεων και κωμοπόλεων των ΗΠΑ. 1. Πόλη (60.500 κάτ. το 2000) στην πολιτεία Βόρεια Καρολίνα, έδρα της κομητείας Πιτ. Βρίσκεται κοντά στον ποταμό Ταρ, 50 χλμ. νοτιοανατολικά του Ρόκο Μάουντ. Είναι κέντρο παραγωγής και εμπορίας …   Dictionary of Greek

  • Κίγκαν, Κέβιν — (Kevin Keegan, Άρμθορπ, Γιόρκσαϊρ 1951 – ). Άγγλος ποδοσφαιριστής και προπονητής. Ξεκίνησε τη σταδιοδρομία του στην αγγλική Σκάνθροουπ. Το 1971 εντάχθηκε στο δυναμικό της Λίβερπουλ και το 1977 μεταπήδησε στο Αμβούργο. Προς το τέλος της… …   Dictionary of Greek

  • Μάθιους, Στάνλεϊ — (Sir Stanley Matthews, Στόουκ 1915 – Νιουκάστλ 2000). Άγγλος ποδοσφαιριστής. Συνέδεσε το όνομά του με τα πρώτα ρομαντικά χρόνια του διεθνούς ποδοσφαίρου καθώς έπαιζε στην Εθνική Αγγλίας –με την οποία είχε 54 διεθνείς συμμετοχές– από το 1938. Με… …   Dictionary of Greek

  • Πάλμερ, Κάρολος Μάρκους — (Palmer, 1822 – 1907). Άγγλος ναυπηγός. Σπούδασε ναυπηγική στη Μασσαλία και εργάστηκε στο Νιούκαστλ ον Τάιν της Μεγάλης Βρετανίας, όπου ο πατέρας του διατηρούσε ναυπηγείο. Όταν έγινε διευθυντής στο ναυπηγείο, κατασκεύασε το πρώτο σιδερένιο… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”